Η Laurel Halo στην Αγγλικανική Εκκλησία στα St Paul’s Sessions

 

Ήταν σχεδόν σαν να βλέπεις έναν διαφορετικό καλλιτέχνη, συγκρίνοντας την παρθενική εμφάνιση της Laurel Halo στη χώρα μας, που είχα δει τον Μάιο του 2012 στο Bios, μ’ αυτή τη νέα της στον περίφημο χώρο της Αγγλικανικής Εκκλησίας. Τότε, ο χορευτικός χαρακτήρας ήταν πολύ πιο έντονος στη μουσική της και η ίδια τον τόνιζε κάνοντας χαρακτηριστικά λικνίσματα πίσω από τα κομπιούτερ και τα μηχανήματά της. Είχα επίσης αφήσει να περάσει η δεύτερη εμφάνισή της την αμέσως επόμενη χρονιά, παρά το γεγονός ότι είχε έρθει με σκοπό να προμοτάρει το δεύτερο κι εξαιρετικό της άλμπουμ Chance Of Rain. Έμαθα πάντως ότι από εκείνη κιόλας τη φορά είχε αρχίσει να αλλάζει ήδη τον τρόπο που παρουσίαζε ζωντανά τη μουσική της, κάνοντας ένα άνοιγμα σε περισσότερο πειραματικές φόρμες κι αφήνοντας ελαφρώς παράμερα την έντονη ρυθμολογία, ως πρωταρχικό στοιχείο της προσωπικής της electronica.

Μετά από τέσσερα πλέον χρόνια, η αμερικανίδα Laurel Anne Chartow έχει τελειοποιήσει τη μεταστροφή της αυτή, έτσι ώστε αυτό που είδαμε να κατατάσσεται άνετα σε μία εμφάνιση σχήματος που μόνο κατ’ επίφαση θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως electronica, αλλά συνάμα δε θα ξέραμε και που ακριβώς να καταχωρίσουμε. Κατ’ αρχήν λέω “σχήμα” μιας που η Laurel Halo δεν ήταν μόνη επί σκηνής, είχε παρέα της και τον ντράμερ Eli Keszler και η συμβολή του σε όσα ακούστηκαν ήταν κάτι παραπάνω από καίρια. Κατ’ αρχήν δεν επρόκειτο για ντράμερ με τη γνωστή έννοια του όρου, περκασιονίστας θα ήταν πιο ακριβής η περιγραφή του. Δεν κρατούσε ρυθμούς αλλά συμπλήρωνε με μια jazz προοπτική τις σκόπιμα αφηρημένες κάποτε ηχητικές ιδέες της Halo. Εκείνη τη βραδιά συνειδητοποιήσαμε περισσότερο από κάθε άλλη φορά τις καταβολές της Halo στη free jazz, για τις οποίες διαβάζαμε αλλά ίσως ήταν δύσκολο να διακρίνουμε στη μουσική της.


Μαζευτήκαμε λοιπόν στην επιβλητική αίθουσα, σκοτεινή όπως συνήθως είναι, που κάνει δύσκολο ακόμη και να διακρίνεις αν ο καλλιτέχνης που έχεις προσέλθει να δεις βρίσκεται όντως ο ίδιος επάνω στη σκηνή (θυμόμαστε πρόχειρα τον Tim Hecker που ουσιαστικά δεν είδαμε ποτέ καθ’ όλη τη διάρκεια του σετ του, από το πυκνό σκοτάδι και τους καπνούς), και με φόντο δύο μπλε ηλεκτρικές στήλες φωτός, που έμοιαζαν να θέλουν να ανοίξουν τρύπες στην οροφή και να ξεχυθούν προς το διάστημα, ξεκίνησε η μουσική. Αρχικά οι ήχοι της δεν ακολουθούσαν καμία φόρμα, είμαστε χαμένοι σε ένα ανεξερεύνητο πεδίο ατονάλ ηχοχρωμάτων, όπου προσπαθούσες να βάλεις τα ηχητικά ερεθίσματα σε μία τάξη μα κάτι τέτοιο έμοιαζε μάταιο. Κατέληγες επομένως να παραδίνεσαι σε ένα χείμαρρο από αναφορές φαινομενικά χωρίς ειρμό, που όμως άφηναν πίσω τους ένα αδιόρατο αίσθημα ικανοποίησης για τον τολμηρό τους χαρακτήρα. Προς το τέλος αυτού του περιπετειώδους ταξιδιού, προστέθηκαν τα όμορφα φωνητικά της, που σχηματοποίησαν λίγo τα πράγματα κι έκαναν το πρώτο μέρος του live (που διήρκησε 23 λεπτά) να έχει μια στρωτή, συμβατική έκβαση.
Κάπως έτσι πήγε ολόκληρη η συναυλία, που κράτησε μία ώρα ακριβώς και δεν είχε το πατροπαράδοτο encore, που τόσο πολύ αγαπά το εγχώριο κοινό. Κανείς δεν παραπονέθηκε πάντως, αφού η Laurel Halo και ο παρτενέρ της στη σκηνή μας έδωσαν στο χρονικό διάστημα αυτό τόσα πολλά υπέροχα ηχητικά ερεθίσματα, μα και κάμποσα να δεις εκτός του να αισθανθείς – που ως γνωστόν είναι συνήθως ένα πρόβλημα σε τέτοιου είδους βραδιές, όπου ο καλλιτέχνης προσπαθεί να γεμίσει το οπτικό έλλειμμα με υποτυπώδεις προσπάθειες να πείσει, ότι αυτά που κάνει επί σκηνής είναι περισσότερα απ’ όσα τελικά είμαστε πεισμένοι ότι κάνει… Θα μπορούσε κανείς για παράδειγμα να μείνει και να χαζεύει τη βιρτουοζιτέ του Keszler, που έντυνε τα τεκταινόμενα με θαυμαστή ακρίβεια και ανεξάντλητη ποικιλία ήχων, ενόσω η όμορφη Halo (χάρμα οφθαλμών όσο και ώτων, επιτρέψτε μου να πω) όχι απλά χειριζόταν το λάπτοπ και το σάμπλερ της, μα τραγουδούσε κι έπαιζε διάφορες μουσικές φράσεις σ’ ένα πληκτροφόρο που βρισκόταν φαρδύ πλατύ ξαπλωμένο επάνω στο τραπέζι μπροστά της.

Όσα ακούστηκαν δεν είχαν μεγάλη σχέση με όσα πιθανώς να περίμενε κανείς να ακούσει λαμβάνοντας υπόψην του το πιο πρόσφατο άλμπουμ της Dust, από την άποψη ότι τουλάχιστον το μισό μέρος του σετ ήταν χαμένο σε αυτοσχεδιαστικά μονοπάτια που ενέπλεκαν φαντασιακούς αισθητικούς στόχους, παρά αναφορές σε συγκεκριμένα της κομμάτια – που ασφαλώς δεν έλειψαν κι αυτές. Με άλλα λόγια, η Laurel Halo μας έδειξε ότι τραβάει με πολύ καλοσχεδιασμένα βήματα το δημιουργικό της δρόμο, και είτε με τη δισκογραφία είτε με τις εμφανίσεις της προδίδει ένα κορίτσι που βρίσκεται στoν αφρό ενός παραγωγικού κύματος που έχει ακόμα πολλά να δώσει.

 

Κείμενο: Μάνος Μπούρας 

Φωτογραφίες: Αλεξάνδρα Κατσαρού