Σάββατο βράδυ με Nick Mason, κοιτάζοντας πίσω με δέος

Στην Τεχνόπολη του 2022, λοιπόν, ήρθε ο Nick Mason των Pink Floyd, στα μόλις 78 του, με την νεοσύστατη μπάντα του (από το ’18), τους Nick Mason’s Saucerful of Secrets. Η σύσταση ήταν ιδέα του Lee Harris -όπως μας πληροφόρησε ο Mason- του πολύ σεμνού και αξιόλογου κιθαρίστα, που μόνο ωραία ενέργεια μετέδιδε από τη θέση του. Δίπλα του ο Garry Kemp, ο Dom Beke και ο Guy Pratt. Δεν πήγαμε να ακούσουμε Pink Floyd, αλλά covers τους, οπότε κάθε μεγαλύτερη προσδοκία την ακολούθησε η ματαίωση, αν και σε γενικές γραμμές τα κομμάτια παίχτηκαν πιστά στα album versions τους.

Είναι σαφώς συγκινητικό να μπορείς να βλέπεις, από τόσo κοντά, ένα ζωντανό κομμάτι της ιστορίας της ψυχεδελικής μουσικής των Pink Floyd, μιας μπάντας που σημάδεψε για πάντα τον κόσμο. Να βλέπεις τον Mason να παίζει μουσική και να χτυπάει το τεράστιο μπονγκ σχολιάζοντας ότι «αφού του άλλαξε τα φώτα ο Waters τόσα χρόνια, τώρα έχω κι εγώ την ευκαιρία μου». Τα κομμάτια που ακούσαμε αντηχούν εμπειρίες που καμία σχέση δεν έχουν με τις δικές μας, γράφτηκαν από ανθρώπους που είναι πλέον παρελθόν ανεξάρτητα από το αν ζουν, ξεχειλίζουν παραισθήσεις και ψυχεδέλεια μουσικών που κάποτε κρατούσαν στα χέρια τους τη γέννηση μιας ολόκληρης εποχής. Γι αυτό και θα ήταν ακατόρθωτο να τα ακούσουμε και να τα ευχαριστηθούμε, όπως τους αξίζουν. Αυτό θα χρειαζόταν σίγουρα μια χρονομηχανή. Αν αφαιρέσουμε το ορθό “living legend” για τον Mason, το live ήταν μια εκδοχή κομματιών από τα Meddle, Obscured by Clouds, Relics, The Piper at the Gates of Dawn, A Saucerful of Secrets, Atom Heart Mother.

Προβλήματα στον ήχο και ιδιαίτερα τα ενοχλητικά μπάσα που σου προκαλούσαν πονοκέφαλο (οι ηχολήπτες ήταν της μπάντας), τα καθίσματα σχεδόν σε όλη την πλατεία της Τεχνόπολης, και ο περιορισμός των fans να πλησιάσουν μέχρι το προγραμματισμένο encore ήταν τα διαδικαστικά που δεν μας άφησαν ευχαριστημένους, σκεπτόμενοι κιόλας ότι ήταν αιτήματα της μπάντας . Κάποιοι, φαντάσου, πλησίασαν τα κάγκελα θεωρώντας ότι μάλλον ντρέπεται ο κόσμος -sic- και απομακρύνθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Τα σχόλια και η γλυκύτητα του Mason, οι αναφορές του στον S.Barrett, οι αξιόλογοι μουσικοί που τον συνοδεύουν, η νοσταλγία για όλη την δυναμική των tracks που κάποτε έφτιαξαν οι Pink Floyd πριν το ‘72 και που δεν επέλεξαν ούτε ο Gilmour ούτε ο Waters να συμπεριλάβουν στα setlists τους, και ένα εξαιρετικό Set the Controls for the Heart of the Sun θα συμπλήρωνα εγώ, ήταν αυτά που έκαναν το live ενδιαφέρον. Και το κοινό ήταν ενθουσιασμένο και πολλές φορές, ανάμεσα στους 60άρηδες που τους άκουσαν τότε το ’89, και τους μικρότερους που ξέρουμε τους στίχους απέξω, μπορούσες για λίγο να κλείσεις τα μάτια και να αφεθείς σ’ αυτά τα μουσικά αριστουργήματα.

Αν αναλογιστείς ότι αυτή η μουσική κάποτε αντιπροσώπευε μια «εξεγερμένη γενιά», ότι κοιτάζοντας πίσω με δέος θα έπρεπε να παίρνεις ώθηση για το καλύτερο, και λιγότερο να αναπτύσσεις φιλικά συναισθήματα προς μια χαμένη νιότη, ότι τελικά πολλές φορές καλύτερα είναι τα πράγματα να μένουν στη μνήμη μας όπως υπήρξαν λαμπερά και όχι σε μια αναμενόμενη παρακμή, το προχθεσινό live άξιζε τον κόπο αλλά ήταν ανεπαρκές.

 

ΚείμενοΖωή Νικολάου 

Φωτογραφίες : Αφροδίτη Ζαγγανά