God Is An Astronaut + Head On στο Fuzz Live Music Club

Ίσως ήταν η συναυλία που έχω δει περισσότερο γεμάτο το Fuzz Live Music Club. Ακόμη κι αν δεν ήταν, για όσους γνωρίζουν τα πραγματικά νούμερα ή έχουν καλύτερη μνήμη από τη δική μου, σίγουρα ήταν έκπληξη να αντικρίζεις έτσι κατάμεστο έναν τόσο μεγάλο χώρο, σε σχέση πάντα με το όνομα που φιλοξενούσε επάνω στη σκηνή του. Γιατί εντάξει, μπορεί οι Ιρλανδοί God Is An Astronaut να μην είναι πλέον και τόσο μικρό όνομα, αλλά δεν είναι και πολύ μεγάλο. Τα μεγέθη είναι πάντα σχετικά ως γνωστό, κι ας μην σταθούμε εκεί για πολύ. Γεγονός πάντως είναι ότι μέσα στα χρόνια, δείχνουν να έχουν χτίσει σχέσεις εμπιστοσύνης με τους οπαδούς τους, οι οποίοι τους τιμούν ανελλιπώς σε κάθε νέα τους επίσκεψη. Για έκτη λοιπόν φορά αισίως στην Αθήνα, μα μόλις δεύτερη που τους βλέπω εγώ, μετά από εκείνη την παρθενική και για τους δυο μας στο Αν Club πίσω στο μακρινό 2008. Από τότε, έχουν χαράξει μια εντυπωσιακή πορεία μέσα από εννέα άλμπουμ σε 16 χρόνια παρουσίας, κρατώντας ψηλά την ταλαιπωρημένη σημαία του post rock μα επεκτείνοντας τον ήχο τους περαιτέρω σε παρεμφερή, αδελφά ηχητικά πεδία.

Που βρίσκονται επομένως σήμερα τα δίδυμα αδέλφια Niels και Torsten Kinsella; Ήταν μιας πρώτης τάξης ευκαιρία να το διαπιστώσουμε αυτή η φορά, τώρα που πολλά δεδομένα έχουν αλλάξει στο μουσικό χάρτη και το είδος που πραγματεύονται κατά κύριο λόγο έχει κάνει τον κύκλο του προ πολλού. Πριν από αυτό όμως, είχαμε να δούμε το εγχώριο σχήμα που θα άνοιγε τη συναυλία. Το συγκρότημα ήταν οι Head On, μια παρέα νεαρών μουσικών που προ μηνών κυκλοφόρησε το ντεμπούτο του άλμπουμ. Την υψηλή ενεργητικότητα της μουσικής τους θέλησαν να εκφράσουν και με την σκηνική τους παρουσία, μόνο που η μπάντα που θα ακολουθούσε εξέλαβε την ενεργητικότητα αυτή σαν απειλή για τον εξοπλισμό τους, και με βίαιο κι απαράδεκτο τρόπο έκοψε μετά από τρία και κάτι κομμάτια το σετ τους αρπάζοντας το μικρόφωνο από τον τραγουδιστή τους Χρήστο κι ανακοινώνοντας το τέλος της εμφάνισής τους. Δε θυμάμαι να έχω ξαναδεί να γίνεται κάτι ανάλογο ποτέ στις πάνω από τρεις δεκαετίες που πηγαίνω σε συναυλίες, κι ασφαλώς είναι κατάπτυστος ο τρόπος που βρήκε το μέλος των God Is An Astronaut να εκφράσει την ανησυχία του για τον εξοπλισμό του γκρουπ του. Το πόσο αυτός κινδύνευε είναι συζητήσιμο, αλλά ακόμη κι αν ίσχυε κάτι τέτοιο, ενημερώνεις τους διοργανωτές και αποφασίζουν εκείνοι για το τι μέλλει γενέσθαι. Βγήκε μετά και ζητούσε συγγνώμη και κάτι τέτοια κάλπικα, αλλά προσωπικά χαλάστηκα πολύ. Έδειξαν έναν κακώς εννοούμενο επαγγελματισμό, που δεν ανέχεται να τον πλησιάζουν άλλοι με μεγαλύτερο ενθουσιασμό γι’ αυτό που κάνουν…

Μέσα σε μία αρχικά μουδιασμένη ατμόσφαιρα, που όμως γρήγορα ένοιωσα να ξεχάστηκε αυτό που μόλις είχε συμβεί, μιας που η υποδοχή ήταν συνολικά θερμή στο συγκρότημα, οι GIAA ανέβηκαν στη σκηνή κι επιδόθηκαν αμέσως σ’ αυτό που ξέρουν να κάνουν πολύ καλά: να χτίζουν υποβλητικά ατμοσφαιρικά ταπέτα, που βασίζονται σε απλοϊκές συνθετικές ιδέες αλλά κερδίζουν πόντους και διαμορφώνουν τον τελικό ηχητικό χαρακτήρα τους με τη δυναμική που αναπτύσσεται ανάμεσα στα όργανα κατά την ενορχηστρωτική τους ενσάρκωση. Δεν κάνουν τίποτα λιγότερο ή περισσότερο δηλαδή από αυτό που αποτέλεσε ουσιαστικά τον καταστατικό χάρτη του είδους που ξέρουμε σαν post rock, ενός είδους που αγαπήθηκε όσο λίγα εδώ στη χώρα μας, κι απόδειξη η προσέλευση ακριβώς στη συναυλία για την οποία μιλάμε εδώ. Το post rock έκανε γρήγορα τον κύκλο του, εξίσου γρήγορα διαπιστώσαμε ότι δεν είχε άλλα να μας δώσει, ότι ξέμεινε από καύσιμα κι από ιδέες, ότι το quietloudquiet (όπως είχαν πει σε ανύποπτη φάση και οι Pixies) μπορείς να το παίξεις σαν έξυπνο χαρτί μια χούφτα φορές, γιατί μετά το περιμένουν όλοι και παύει να είναι έκπληξη. Επίσης, το είδος καθόρισαν τρεις άφταστες όπως αποδείχθηκε μπάντες (Godspeed, Sigur Ros, Mogwai), οπότε σχεδόν οτιδήποτε τους ακολούθησε στάθηκε καταδικασμένο να ακούγεται ως μιμητής τους, κι από αυτή την άποψη δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι και οι GIAA είναι ένας φτωχός συγγενής των ανωτέρω.

Δεν είμαστε εδώ για να αρνηθούμε ότι η συναυλία τους είχε τις καλές στιγμές της. Κι αγαπημένα του ακροατηρίου κομμάτια έπαιξαν, και ασφαλώς κάποια καινούργια από το νέο τους άλμπουμ Epitaph (η βινυλιακή κόπια του οποίου, όπως κι όλων των υπόλοιπών τους που πουλούσαν στον πάγκο του merch είχε τιμή 30 ευρώ, ενώ δε μεσολαβούσε κανένα δισκοπωλείο / έμπορος / μεσάζοντας), κι όταν ανέβαζαν τα γκάζια κι έμπαιναν χωρίς φόβο και πάθος στα χωράφια του μέταλ (όχι πολύ συχνά, μια ή δύο φορές συνέβη αυτό), τότε αναπόφευκτα τα κεφάλια κουνιούνταν με περισσότερο νεύρο στον αέρα. Σε γενικές γραμμές πάντως, το φόρτε τους ήταν οι μεγάλες, επικές κιθαριστικές συγχορδίες που έδεναν με το βαρύ, επιβλητικό μπάσο, όπως και τα έντεχνα παιγμένα ντραμς. Η επιδεξιότητα των τεσσάρων είναι αδιαμφισβήτητη, κάποτε μου έφερναν στο μυαλό τις αυτοσχεδιαστικές αναπτύξεις που αγαπά να εντάσσει στη μουσική του ο Steven Wilson. Με τη διαφορά ότι, ο τελευταίος έχει τις περισσότερες φορές σαν αφετηρία του τα τραγούδια, ενώ προσωπικά στην περίπτωση των God… δυσκολευόμουν να αναγνωρίσω κάποια τέτοια, πολύ περισσότερο μιας αξιόλογης συνομοταξίας.

Στη μιάμιση – με ακρίβεια δευτερολέπτου – ώρα που έπαιξαν, λοιπόν, οι Ιρλανδοί, έμεινα με την εντύπωση ότι όλα γίνονται σε μία προσπάθεια εντυπωσιασμού του κόσμου που τους ακούει, κι εννοείται ότι ήξεραν πολύ καλά ότι μπροστά τους είχαν ανθρώπους που ήταν έτοιμοι να δεχτούν το φανταιζί μουσικό τους κήρυγμα. Οι πολύχρωμοι προβολείς σχεδίαζαν ένα sci-fi ντεκόρ ομολογουμένως εντυπωσιακό, το φόντο με τα fake αστέρια θα ταίριαζε και σε πίστα νυχτερινού κέντρου, οπότε το σημειώνω ως φάουλ προσωπικά, κι εν κατακλείδι, θεωρώ ότι αν δεν ήσουν φαν του συγκροτήματος δύσκολα μπορούσαν να σε κερδίσουν με την παρουσία τους εκείνο το βράδυ (δε λέω να βάλεις στο λογαριασμό κι αυτό που είχε συμβεί νωρίτερα). Ο κόσμος πάντως βγήκε φανερά ευχαριστημένος μ’ εκείνο που είδε και άκουσε, κι αυτό επειδή το κουαρτέτο που μόλις βίωσε ζωντανά μπροστά του είχε σταθεί άψογο και δεν τους είχε απογοητεύσει στο ελάχιστο.

 

Κείμενο : Μάνος Μπούρας

Φωτογραφίες: Αλεξάνδρα Κατσαρού

 

[Best_Wordpress_Gallery id=”85″ gal_title=”god”]